Τι έγινε τη μοιραία νύχτα των Capital controls: «Οι σακούλες με λεφτά και πώς πέταξαν έξω τον Βαρουφάκη»

capital4

Αποκαλύψεις για την περίοδο που η Ελλάδα βρέθηκε ένα βήμα πριν την έξοδο από την ευρωζώνη και για το πώς οδηγήθηκε στο δημοψήφισμα το 2015 έκανε η πρώην βουλευτής και αναπληρώτρια υπουργός Οικονομικών της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ Νάντια Βαλαβάνη. Με άρθρο της στην εφημερίδα «to manifesto» η κυρία Βαλαβάνη κάνει αποκαλύψεις για την περίοδο μετά τα capital controls με τελωνεία σε Αττική και Θεσσαλονίκη, όπου υπάλληλοι εταιρειών καυσίμων περίμεναν να πέσει το σκοτάδι για να εμφανιστούν στην είσοδό τους σέρνοντας μαύρες σακούλες σκουπιδιών, γεμάτες με εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ!

Ολόκληρο το άρθρο της Νάντιας Βαλαβάνη:
Παρασκευή, 26 Ιουνίου, στις 9 το βράδυ βρεθήκαμε στο Μαξίμου για ενημέρωση του Κυβερνητικού Συμβουλίου – δεν ήμουν μέλος, με καλούσαν για θέματα οικονομίας. Περίμενα να εμφανιστεί ο Βούτσης, που εκείνη την εβδομάδα είχε την ευθύνη της κυβέρνησης, καθώς ο πρωθυπουργός έλειπε στο εξωτερικό, επιχειρώντας να κλείσει, μαζί με τον υπουργό Οικονομικών και σύμφωνα με τη βασική μας δέσμευση, τον «έντιμο συμβιβασμό που θα τερμάτιζε τα μνημόνια»: Οι «θεσμοί» υποτίθεται ότι είχαν κάνει καταρχήν δεκτό το κείμενο προτάσεων που είχαμε παραδώσει το Σαββατοκύριακο.

 
Εμφανίστηκε ωστόσο ο Αλέξης Τσίπρας, έχοντας επιστρέψει αιφνιδιαστικά· το σχέδιο είχε απορριφθεί μετ’ επαίνων και ο πρόεδρος της ΕΕ παρέδωσε –πρώτη φορά από την έναρξη των διαπραγματεύσεων– ένα δικό τους σχέδιο, αδιαπραγμάτευτο, με μορφή τελεσίγραφου.

Ο Τσίπρας μάς είπε ότι ο ίδιος δεν μπορούσε να πάρει την ευθύνη απόρριψης ή αποδοχής του, θα έπρεπε γι’ αυτό ν’ αποφασίσει ο λαός μέσω διενέργειας δημοψηφίσματος μέσα σε εννιά μέρες. Κάποιοι ομιλητές (Δραγασάκης, Σταθάκης) προσπάθησαν να τον αποτρέψουν, οι υπόλοιποι απ’ όσους πήραμε τον λόγο συμφωνήσαμε μαζί του. Λίγο πριν από τα μεσάνυχτα είχε κληθεί σε συνεδρίαση –που δεν έγινε– το Υπουργικό Συμβούλιο. Ενημερώθηκαν χωρίς συζήτηση, ενώ είχαμε αρχίσει να υπογράφουμε το Διάταγμα για το Δημοψήφισμα. Συνεργείο της ΕΡΤ βιντεοσκοπούσε ήδη στον διάδρομο το πρωθυπουργικό διάγγελμα.

Κυριακάτικα μάθαμε για τον υπουργό Οικονομικών, που θα παραβρισκόταν στη σαββατιάτικη συνεδρίαση του Eurogroup για την Ελλάδα: δεν τον άφησαν να μιλήσει, τον πέταξαν έξω.

 
Μεταξύ 2012-2014, χάρη στη μνημονιακή συγκρότηση της ΓΓΔΕ με «διοικητική και οικονομική αυτοδυναμία», ολόκληρος ο μηχανισμός φορολογίας είχε «αποχωρήσει» από τον αρμόδιο υπουργό. Τον μηχανισμό του ΥπΟικ ως προς τη φορολογία αποτελούσαν έτσι πλέον όλοι κι όλοι δύο συνεργάτες, πέντε μετακλητοί, ένας πάρεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και καμιά δεκαριά δημόσιοι υπάλληλοι, που είχα αποσπάσει από ΣΔΟΕ, ΔΟΥ και τελωνεία.

Ευτυχής συγκυρία; Ελάχιστες ημέρες πριν τα είχαμε «ξαναβρεί» με τη διοικήτρια της ΓΓΔΕ Κ. Σαββαΐδου. Στα συν, η συνεργασία μαζί της και με το βασικό προσωπικό των επιτελικών τμημάτων της ΓΓΔΕ, ανθρώπων με ουσιαστικά προσόντα και ικανότητες, μέσα από την οποία προέκυψε ο νόμος για «κούρεμα» και ρύθμιση των χρεών προς το Δημόσιο έως 100 δόσεις, που «γράφτηκε» απ’ αυτούς ύστερα από δύο αξέχαστες 8ωρες συνεδριάσεις μαζί μου και με τον Κώστα Παπαδιγενόπουλο – όπως μου είπαν, ήταν η πρώτη φορά που υπουργός τους ζητούσε να διατυπώσουν έναν νόμο, καθώς τα φορολογικά νομοσχέδια έρχονταν έτοιμα και στ’ αγγλικά, από μεγάλα νομικά γραφεία του εξωτερικού και της Αθήνας. Στα μείον, ότι τους δύο τελευταίους μήνες είχαμε κόψει οποιαδήποτε επαφή και λύναμε τις εκκρεμότητες μέσω τρίτων.

Capital controls και σακούλες σκουπιδιών με λεφτά
Μέχρι τότε το ΥπΟικ δεν είχε οποιαδήποτε σχέση με τις τράπεζες. Αποτελούσαν αποκλειστικό αντικείμενο του αντιπροέδρου της κυβέρνησης, Γ. Δραγασάκη. Ωστόσο εκείνη την Κυριακή, 28 Ιουνίου, στον διάδρομο έξω απ’ το γραφείο μου εμφανίστηκε συνεργάτης του αντιπροέδρου και με ενημέρωσε στα όρθια, μπροστά σε όλους τους παρόντες, ότι η ΕΚΤ είχε αποφασίσει να μην αυξήσει (αντίθετα με ό,τι είχε κάνει πολλές φορές στο παρελθόν με τις μνημονιακές κυβερνήσεις) το όριο του ELA, που εξασφάλιζε τη ρευστότητα των τραπεζών από το 2010. Προκειμένου να προλάβει ένα bankrun, η κυβέρνηση θα προχωρούσε αναγκαστικά σε τραπεζική αργία τουλάχιστον για καμιά βδομάδα (κράτησε παρακάτι τρεις), capital controls και περιορισμό του ορίου ημερήσιων αναλήψεων από ΑΤΜ. Με ενημέρωσε επίσης ότι από το βράδυ θα συμμετείχα σε μια επιτροπή, θεσμοποιημένη στο πλαίσιο των μνημονίων, αλλά ασυγκρότητη, παρακολούθησης των τραπεζών σε καθεστώς capital controls.

 
Το απόγευμα συμμετείχα με τον Μάρδα σε πλατιά σύσκεψη στο γραφείο του Βαρουφάκη για να εντοπίσουμε τα χειρότερα σημεία της κατάστασης και το βράδυ βρέθηκα μαζί με όλους τους τραπεζίτες της χώρας, συμπεριλαμβανομένου του Στουρνάρα, στην «πρώτη» της νέας επιτροπής. Επικρατούσε σχετική κατήφεια. Θυμάμαι ότι αναστοχαζόμουνα ειρωνικά το δίλημμα στους στίχους του Μπρεχτ στο δεύτερο, το απαγορευμένο από τον Κουρτ Βάιλ, φινάλε της «Οπερας της πεντάρας» για το αν είναι μεγαλύτερο έγκλημα η ληστεία ή η ίδρυση μιας τράπεζας…

Η βδομάδα που ακολούθησε ήταν σουρεαλιστική. Ξεκινούσε πρωί πρωί περνώντας, καθ’ οδόν προς το υπουργείο λίγα νούμερα παρακάτω, μπροστά από την ουρά στο ΑΤΜ της Εθνικής, γωνία Καραγεώργη Σερβίας. Συνεχιζόταν με καθημερινή συνεργασία με τη Σαββαΐδου για να εξασφαλιστούν τα φορολογικά έσοδα και η απρόσκοπτη ένταξη στις 100 δόσεις με κλειστές τράπεζες. Το σημαντικότερο από τα μέτρα που συμφωνήσαμε και υπέγραψα ήταν η κατάργηση του ορίου των 200 ευρώ μετρητά σε ΔΟΥ και τελωνεία: στις ΔΟΥ τα μετρητά ανέβηκαν, αν θυμάμαι καλά, στα 9.000 ευρώ, στα τελωνεία στα 900.000 τη μέρα – για να μπορούν οι εταιρείες να εκτελωνίζουν τα καύσιμα του 24ώρου.

Στις τρεις εβδομάδες των κλειστών τραπεζών, σε ΔΟΥ και τελωνεία συγκεντρώνονταν τεράστιες ποσότητες μετρητών – ευτυχώς το ήξεραν ελάχιστοι. Τηλεφώνησα στον αρχηγό της ΕΛΑΣ και ζήτησα αστυνομική φρούρηση των ΔΟΥ στην Αττική. Σήκωσε τα χέρια, συμβιβαστήκαμε να περνάει περιπολικό απ’ έξω μερικές φορές την ημέρα. Εφοριακοί μού διηγούνταν ιστορίες θρίλερ για τελωνεία σε Αττική και Θεσσαλονίκη, πώς υπάλληλοι εταιρειών καυσίμων περίμεναν να πέσει το σκοτάδι για να εμφανιστούν στην είσοδό τους σέρνοντας μαύρες σακούλες σκουπιδιών γεμάτες με εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ. Σ’ αυτές τις συνθήκες, στις δύο εβδομάδες που ακολούθησαν μέχρι τις 15 Ιουλίου (οπότε και δεν ανανεώθηκε ξανά η ισχύς του νόμου για τις 100 δόσεις – προαπαιτούμενο του τρίτου μνημονίου, καθώς το ΔΝΤ μας είχε προειδοποιήσει να μην προχωρήσουμε σε «κούρεμα» και ρύθμιση χρεών) κατάφερε να ενταχθεί στη ρύθμιση σχεδόν το 1/3 από τους πάνω από 1 εκατ. πολίτες που πρόλαβαν την ένταξη.

Τα απογεύματα συμμετείχα σε επιτροπές για τις συνέπειες των capital controls και τα βράδια τα περνούσα στα πλατό, σε αναμετρήσεις για το δημοψήφισμα. Θυμάμαι τους πολίτες που με σταματούσαν στον δρόμο κάθε μεσημέρι, όταν έβγαινα για να φάω κάτι εκεί κοντά. Μέχρι και την Τρίτη υπήρχαν πολλοί αναποφάσιστοι. Την Τετάρτη φάνηκε ν’ αλλάζει το κλίμα και ξανάρχισαν ό,τι μας έλεγαν προηγουμένως: «Κρατήστε γερά, μην κάνετε πίσω!» Μία μέρα πριν από τη συγκλονιστική κεντρική συγκέντρωση στο Σύνταγμα, μια γυναίκα φώναξε πίσω από την πλάτη μου «Η Λιβαδειά ψηφίζει όχι!» – και για πρώτη φορά ένιωσα βέβαιη ότι η μάχη έχει κερδηθεί.

Το δημοψήφισμα
Η μάχη του δημοψηφίσματος υπήρξε η μοναδική μέχρι σήμερα στη σύγχρονη ιστορία του κόσμου εκλογική αναμέτρηση με κλειστές τράπεζες. Οπου και όποτε μια κυβέρνηση κλείνει τις τράπεζες, ο λαός κάνει ντου στις κλειστές πόρτες διεκδικώντας πρόσβαση στις καταθέσεις του. Στην Ελλάδα, αντίθετα, ο λαός ψήφισε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο «Οχι σ’ ένα νέο μνημόνιο». Πιστεύω ότι το δημοψήφισμα υπήρξε το σημείο καμπής που θα επέτρεπε το πέρασμα από την «ανάθεση» (σας ψηφίσαμε για να τα καταφέρετε) στη δημιουργία ενός νέου κινήματος, αντίστοιχου των μεγάλων κοινωνικών αναγκών της εποχής. Ωστόσο, μια εβδομάδα αργότερα, τη Δευτέρα 13 Ιουλίου νωρίς το πρωί, παρακολούθησα στην τηλεόραση τον πρωθυπουργό να εξηγεί από το αεροδρόμιο των Βρυξελλών τι είχε υπογράψει: το τρίτο μνημόνιο. Εγραψα κατευθείαν μια επιστολή παραίτησης και την παρέδωσα στη γραμματέα του σ’ ένα άδειο ακόμα Μέγαρο Μαξίμου. Ενα παράθυρο ανοιχτό στην ιστορία είχε κλείσει, και μαζί του μια εποχή σύντομη αλλά «φορτωμένη» ελπίδες – ανεπιστρεπτί;».

ΝΔ: Οι Ελληνες θυμούνται όσα δραματικά έζησαν και δεν θέλουν να τα ξαναζήσουν
Ο εκπρόσωπος Τύπου της Νέας Δημοκρατίας, Τάσος Γαϊτάνης, με αφορμή το άρθρο, δήλωσε: «Στο άρθρο της στην εφημερίδα tomanifesto η κυρία Βαλαβάνη, αναπληρώτρια Υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ το 2015, περιγράφει αδιανόητες σκηνές με μαύρες σακούλες γεμάτες μετρητά, από ανθρώπους που αντιμετώπιζαν τις τραγικές συνέπειες των capital controls που επέβαλαν οι κκ Τσίπρας και Βαρουφάκης. Σήμερα, αντί οι υπεύθυνοι για όσα ζήσαμε εκείνες τις μέρες που κόστισαν στον ελληνικό λαό 100 δις ευρώ, να ζητήσουν συγγνώμη για τους τυχοδιωκτικούς χειρισμούς τους, μας λένε ότι θα συγκροτήσουν ξανά το “μέτωπο της συμφοράς”. Οι Έλληνες θυμούνται πολύ καλά τα όσα δραματικά έζησαν με την κυβέρνηση Τσίπρα-Βαρουφάκη-Καμμένου. Και δεν θέλουν να τα ξαναζήσουν».

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *