Συγκλονιστική κατάθεση πυροσβέστη στη δίκη για το Μάτι: «Δεν μπορούσα να αναγνωρίσω την σύζυγό μου, κατάλαβα ότι το παιδί δεν τα κατάφερε»

mati

Συνεχίζεται στο Εφετείο η δίκη για την τραγωδία της πυρκαγιάς στο Μάτι. Έξω από το Εφετείο υπήρχαν μαύρες σημαίες, ενώ οι καταθέσεις στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο ήταν συγκλονιστικές και ανατριχιαστικές.

Ο πυροσβέστης Ανδρέας Δημητρίου έχασε στη φωτιά στο Μάτι το μόλις έξι μηνών μωρό του και λίγες ημέρες αργότερα και την σύζυγο του.

Η κατάθεσή του ήταν συνταρακτική για όσα βίωσε στις 23 Ιουλίου του 2018, όταν η φωτιά αποτέφρωσε ανθρώπους, σπίτια και ό,τι έβρισκε μπροστά της.

Ο Ανδρέας Δημητρίου περιέγραψε στο δικαστήριο τι βίωσε εκείνη την τραγική ημέρα. «Από τηλέφωνα με κατοίκους της περιοχής κατάλαβα ότι τα πράγματα δεν ήταν καλά. Προσπαθούσα να επικοινωνήσω με τη Μαργαρίτα (σ.σ.: τη σύζυγό του). Βρισκόταν σε πανικό. Πίστευα ότι είχαν βρει ασφαλές καταφύγιο στην παραλία με το παιδί. Δέχομαι κλήση από τον πεθερό μου ‘να είμαι προετοιμασμένος ότι τα πράγματα δεν είναι καλά’. Έφτασα και είδα το μικρό με έναν άγνωστο που προσπαθούσε να δώσει πρώτες βοήθειες. Η σύζυγος μου βρισκόταν καθισμένη στην παραλία. Ήταν με τα μάτια κλειστά. Εκείνη τη στιγμή την πήρα αγκαλιά. Εντόπισα ένα πυροσβεστικό όχημα και τους είπα να πάρουν το μικρό μαζί με τον κύριο που έκανε προσπάθειες ανάνηψης».

Ο πυροσβέστης είπε συντετριμμένος πως όταν πήγαν το μωρό παιδί του στο Νοσοκομείο Παίδων κατάλαβε ότι το μικρό αγόρι του είχε χάσει τη ζωή του. «Από το ύφος των γιατρών κατάλαβα πως το παιδάκι μου δεν τα είχε καταφέρει… Μου είπαν ότι δεν κατέστη δυνατόν να τον συνεφέρουν. Εκεί του είπα το τελευταίο αντίο. Μετά έπρεπε να πάω στη Μαργαρίτα που δεν ήξερα ότι ήταν τόσο σοβαρά. Φτάνοντας στο νοσοκομείο διαπιστώνω ότι έχει διασωληνωθεί και είναι σοβαρά. Ζορίστηκα να την αναγνωρίσω. Όλο της πρόσωπο ήταν εγκαύματα. Σαν να βλέπω άλλον άνθρωπο. Την έβλεπα πέντε λεπτά την ημέρα μέχρι να φύγει…».

«Βγήκαμε ζωντανοί – νεκροί»

Η Δήμητρα Γουναρίδη κατέθεσε πως όσοι γλύτωσαν από την φωτιά «βγήκαμε ζωντανοί-νεκροί».

«Ερχόντουσαν αμάξια από όλες τις κατευθύνσεις. Τρέξαμε στη θάλασσα. Το θερμικό κύμα εκείνη την ώρα με έκανε να νιώθω πως θα πεθάνω… 40 μέτρα από τη θάλασσα. Μπήκαμε στη θάλασσα. Γινόταν πόλεμος. Ακούγαμε αμάξια να σκάνε. Εκρήξεις. Το μαγαζί στην Αργυρά Ακτή να έχει εκρήξεις, να πέφτουν στην θάλασσα ξύλα, τέντες μέσα στη θάλασσα κι εμείς να πηγαινοερχόμαστε να μην καούμε. Βγήκαμε νεκροί – ζωντανοί. Βγάλαμε τις μπλούζες και τις κάναμε μάσκα. Τα ουρλιαχτά από τους καμένους ανθρώπους δε θα τα ξεχάσω ποτέ. Παιδάκια ούρλιαζαν, σκυλιά έκλαιγαν. Έμεινα έξι ώρες στην θάλασσα..Δίπλα μου ήταν η Μαργαρίτα με το μωράκι της το νεογέννητο (η σύζυγος και το βρέφος του κ. Δημητρίου). Καμένη εκείνη, καμένο και το μωρό. Το θήλαζε για να το έχει στη ζωή. Μια γυναίκα δεν είχε αντοχές να βγει από τη θάλασσα. Πήγαμε να τη βοηθήσουμε και μας έμεναν στα χέρια οι σάρκες της…», είπε η Δήμητρα Γουναρίδη.

Όπως είπε η μάρτυρας, όταν έφθασε στο λιμάνι της Ραφήνας το όνομα της ως επιζώσα το «έγραψαν πάνω σε μία εφημερίδα» ενώ δεν «είχαν μία κουβέρτα να δώσουν στα θύματα της ασύλληπτης τραγωδίας».

«Ήταν καμένες»

Στην κατάθεση του ο Ιωάννης Χαρδαλούπας είπε για την απώλεια της μητέρας και της αδελφής του: «Κανένας δεν είχε καταλάβει τη σοβαρότητα της κατάστασης… Κάποια στιγμή είμαστε στην αυλή και πέρασε ένα περιπολικό και μας είπε για καλό και για κακό φύγετε. Πήγαμε να πάρουμε τα αυτοκίνητα. Η αδερφή μου μπήκε στο ίδιο με τη μητέρα μου και εγώ ακολουθούσα με το δεύτερο αυτοκίνητο… Ο δρόμος προς την λεωφόρο Μαραθώνος ήταν απροσπέλαστος από τις φλόγες… Αν υπάρχει κόλαση έτσι πρέπει να είναι. Έβαλα στο δικό μου αυτοκίνητο τη μητέρα και την αδελφή μου. Ήταν καμένες. Βγήκα στην Μαραθώνος και πήγα στο κέντρο υγείας στη Νέα Μάκρη. Συνάντησα μπλόκο της αστυνομίας και μου είπαν ότι θα πας μέσα από το Μάτι. Νόμιζα ότι κάτι ήξεραν. Μόλις μπήκα στο Μάτι κατάλαβα ότι αν δεν έπαιρνα την κατάσταση στα χέρια μου θα καιγόμασταν όλοι…Μπήκα στο αντίθετο ρεύμα με μεγάλη ταχύτητα… Φτάσαμε στο Μαρούσι τις διασωλήνωσαν. Τις έχασα και τις δύο».

Η κόρη του πέθανε 140 μέτρα από τη θάλασσα

Ο μάρτυρας Άγγελος Σιαπκάρας κατέθεσε ότι η κόρη του, που βρέθηκε στην φλεγόμενη περιοχή για μία μέρα, κάηκε «140 μέτρα από την θάλασσα».

«Η κόρη μου κάηκε… Εκατόν σαράντα βήματα δικά μου ήταν η θάλασσα και μέχρι να φύγουν το σπίτι είχε πάρει φωτιά. Δεν μπορώ να διανοηθώ πως έγινε και κάηκε η κόρη μου σε ένα σπίτι δίπλα στη θάλασσα. Αν κάποιος τους ειδοποιούσε πιο νωρίς ως όφειλε, θα είχε σωθεί η κόρη μου και τόσοι άλλοι», είπε ο μάρτυρας

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *