Όλα ξεκίνησαν όταν ο υπουργός Ανάπτυξης σημείωσε ότι ούτε επί ΣΥΡΙΖΑ η Ελλάδα είχε φθηνό ρεύμα προκαλώντας την αντίδραση του διευθυντή της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία Θανάση Θεοχαρόπουλου και του βουλευτή του ΚΙΝΑΛ Α.Πάνα, που του απάντησαν ότι ποτέ δεν ήταν τόσο ακριβό το ηλεκτρικό ρεύμα σε μέσους όρους.
«Ήταν κύριε Αυτιά φθηνότερο το ρεύμα επί ΣΥΡΙΖΑ; Όχι!», είπε ο κ. Γεωργιάδης και συνέχισε, σε υψηλούς τόνους: «Η Ελλάδα έχει ακριβό ρεύμα στην Ευρώπη γιατί η Αριστερά, διαχρονικά, εμπόδισε όλα τα έργα προόδου. Γιατί είστε καταστροφείς της χώρας. Ο,τι πάει να γίνει καλό, πάτε και το μπλοκάρετε. Μια ζωή, μια ζωή γκρινιάζετε, μια ζωή σταματάτε τα έργα και μετά μας κάνετε και κριτική. Εάν δεν υπήρχε καθόλου Αριστερά στην Ελλάδα, θα είχαμε φθηνό ρεύμα. Θάχαμε κάνει όλα τα έργα. Εσείς δεν μας αφήνετε», απάντησε στον Θ. Θεοχαρόπουλο, μεταξύ άλλων, οργισμένος, ο υπουργός Ανάπτυξης.
Αυτή του η φράση προκάλεσε ποικίλα σχόλια στο διαδίκτυο και έτσι με ανάρτηση του ο Άδωνις Γεωργιάδης θέλησε να βάλει τα πράγματα στη θέση τους:
«Ευρισκόμενος στην εκπομπή του Γιώργου Αυτιά στην τηλεόραση του Σκάϊ, είχα έναν έντονο διάλογο με τον κ. Θεοχαρόπουλο από τον Σύριζα. Εκεί μεταξύ των άλλων με κατηγορούσε για το ότι η Ελλάδα συχνά βρίσκεται μεταξύ των Χωρών με τις υψηλότερες τιμές ρεύματος στην Ευρώπη. Τότε του είπα την φράση: «αν δεν υπήρχε η Αριστερά θα είχαμε ασφαλώς φθηνότερο ρεύμα…κλπ» αυτό έχει προκαλέσει μία μεγάλη συζήτηση και είναι από τα πρώτα σε σχόλια θέματα στο τουιτερ.
Με αυτή την ευκαιρία θα ήθελα να εκφράσω εδώ με άνεση τον προβληματισμό μου για το πως η Αριστερά και ο τρόπος που συμπεριφέρεται κατά την γνώμη μου ασφαλώς και βλάπτει σοβαρά την οικονομική μας πρόοδο.
Ας πάρουμε λοιπόν τις τιμές του ρεύματος πχ γιατί σήμερα δεν έχουμε φθηνότερες τιμές; Διότι πολύ απλά μεγάλα έργα υποδομής του παρελθόντος που θα προσέφεραν μεταξύ άλλων και μεγάλες φθηνές ποσότητες ρεύματος, έχουν σταματήσει από την αντίδραση της Αριστεράς. Σας θυμίζει κάτι το φράγμα του Αχελώου; Εκτός από την χρησιμότητα του για την ύδρευση θα είχε και μεγάλα υδροηλεκτρικά έργα που όμως οι διαρκείς πρόσφυγες στο ΣτΕ σταμάτησαν και τώρα στερούμαστε αν και το Κράτος έχει ξοδέψει εκατομμύρια. Μπορείτε να υπολογίσετε ποσό φθηνό ρεύμα έχουμε χάσει και χάνουμε καθημερινά από αυτό και μόνον; Θα πείτε μα το περιβάλλον; Σιγά που τους ένοιαζε το περιβάλλον. Τώρα για να κάνουν αντιπολίτευση υπερασπίζονται τον λιγνίτη (που πλέον είναι απολύτως οικονομικά ασύμφορος). Ποτέ δεν τους ένοιαζε το περιβάλλον, η αντίδραση σε όλα τους νοιάζει βασικά.
Δείτε τι έγινε το καλοκαίρι, καιγόταν η Ελλάδα και αυτοί άρχισαν και διέδιδαν συνωμοσίες ότι τις πυρκαγιές τις βάζαμε εμείς για να κάνουμε αιολικά πάρκα. Δείξτε μου ένα αιολικό πάρκο στην Ελλάδα, οπουδήποτε, που έστω κάποιοι αριστεροί της περιοχής δεν πήγαν ενάντια με κάθε μέσο. Αλλά και στις εξορύξεις εγχώριων ορυκτών καυσίμων που οι διάφοροι αριστεροί δεν ήταν αντίθετοι σε κάθε βήμα στην Καβάλα, στην Ήπειρο και παντού. Σε όλα αντίδραση.
Αντίδραση στα φράγματα, αντίδραση στα αιολικά, αντίδραση στα ορυκτά, αντίδραση σε όλα και στα πάντα και μετά αντίδραση γιατί έχουμε ακριβό ρεύμα…..
Με βρίσκετε υπερβολικό; Το πιο κλασικό παράδειγμα. Costa Navarino. Όταν ο αείμνηστος Κωνσταντακόπουλος αποφάσισε να δαπανήσει μία τεράστια περιουσία για να επενδύσει στον τόπο της καταγωγής του, όλη η Αριστερά της Μεσσηνίας και όχι μόνο πήγε στο ΣτΕ εναντίον του. 27 χρόνια δικαστήρια του έκαναν για να τον εμποδίσουν να κάνει κάτι που τελικά τώρα που έγινε άλλαξε την μοίρα της μισής Πελοποννήσου. Και βέβαια αυτός είχε την όρεξη να πολεμήσει μέχρι τέλους, πόσοι όμως επενδυτές νομίζετε θα είχαν ή έχουν την ίδια όρεξη.
Στη Διπλή Ανάπλαση στο Βοτανικό όταν ήταν έτοιμη να γίνει και ψηφισμένη από τεράστια πλειοψηφία στην Βουλή πήγαν πάλι στο ΣτΕ (η δημοτική παράταξη του Τσίπρα συγκεκριμένα) και σταμάτησαν τον έργο. Όταν τελικά κέρδισε ο επενδυτής είχε ήδη χρεοκοπήσει από την καθυστέρηση και προσπαθούμε να το τελειώσουμε τώρα 14 χρόνια μετά.
Θα μπορούσα να σας μιλάω ώρες για το πως σε κάθε μα πραγματικά σε κάθε επένδυση σε κάθε έργο που θυμάμαι, «Ελληνικό», «αεροδρόμιο στα Σπάτα», «Αττική οδός» “Fraport”, στο Ίδρυμα Νιάρχος στη Συγγρού κλπ μα πραγματικά σε όλα σε όλα ήταν πάντα αντίθετοι λυσσαλέα και με κάθε τρόπο.
Ακόμη και τα όποια αρχαία ευρήματα βρίσκονται κάπου, πάντα τα αξιοποιούν κάποιοι αριστεροί όχι για να τα αναδείξουν αλλά για να εμποδίσουν με αφορμή αυτά το έργο (βλ πχ μετρό Θεσσαλονίκης και πόση αντίδραση είχαμε εκεί) ή την οποιαδήποτε επένδυση. Έχω καταλήξει ότι οι περισσότεροι αρχαιολόγοι είναι αριστεροί όχι διότι τους αρέσουν τα αρχαία αλλά διότι βρήκα αυτόν τον τρόπο για να πολεμήσουν τον καπιταλισμό και την οικονομική μας πρόοδο. Έτσι σε καθε επένδυση, αντί η ανακάλυψη αρχαίων ευρημάτων να προκαλεί χαρά για την ανακάλυψη, αντιμετωπίζεται από όλους ως μεγάλο πρόβλημα σκεπτόμενοι πόση μάχη θα πρέπει να δώσουν για να τα αναδείξουν αλλά να μπορέσουν και να συνεχίσουν την όποια επένδυση τους.
Αδυνατώ να υπολογίσω πόσα χρήματα και χρόνο έχει χάσει αυτή η χώρα με το να λένε σε όλα όχι.
Το καλύτερο είναι ότι μετά καπηλεύονται την δυσαρέσκεια του κόσμου από τις συνέπειες της δικιάς τους αντιδράσεως.
Αυτό δε που περισσότερο με εκπλήσσει καθημερινά είναι ότι ενώ είναι πάντα σε όλα όχι, δεν θέλουν καμία αλλαγή, κανένα έργο, το μυαλό τους το έχουν μόνον στις συγκεντρώσεις, στις φασαρίες, στην μιζέρια, μετά αυτοαποκαλούνται και «προοδευτικοί» ενώ όλοι οι άλλοι είμαστε υποτίθεται οι «συντηρητικοί» ή οι «οπισθοδρομικοί». Αυτή είναι και η μεγαλύτερη παράνοια σε όλο αυτό.
Κλείνοντας προφανώς σε όλο αυτό που εννοώ με τον όρο Αριστερά στο παρόν άρθρο, δεν εννοώ το ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ μπορεί να καπηλεύτηκε ή να ήταν κάτι τέτοιο στην αρχή της ιστορίας του και να έχει κάνει και αυτό τα λάθη του, αλλά τελικά εξελίχθηκε και αυτό σε ένα κόμμα που με τον τρόπο του συνέβαλε θετικά στην εξέλιξη της χώρας και στην ευρωπαϊκή της πορεία, αναφέρομαι στον πέραν αυτού πολιτικό χώρο που είναι πάντα και διαχρονικά αντίθετο στα πάντα.
Δεδομένου ότι αρκετοί συμπολίτες αυτοπροσδιορίζονται ως Αριστεροί (και δικαίωμα τους προφανώς) θα ήταν πραγματικά μεγάλο όφελος για την Ελλάδα και για όλους μας να καταφέρναμε να τους πείσουμε να παύσουν να είναι σε όλα αντίθετοι και να βρούμε καλόπιστους τρόπους συνεννόησης. Ομολογώ όμως ότι δεν έχω τόση αισιοδοξία ότι θα τα καταφέρναμε, όποτε και πάλι η ιδεολογική μάχη για την επικράτηση της λογικής παραμένει το ζητούμενο».