«Έχει ήδη γίνει μεγάλη προεργασία από το οικονομικό επιτελείο και τους συναρμόδιους υπουργούς και ο σχεδιασμός θα έχει ολοκληρωθεί τις επόμενες εβδομάδες κυρίως σε ό,τι αφορά στο σκέλος των άμεσων χρηματοδοτήσεων» σημείωσε ο υφυπουργός στον πρωθυπουργό, Θανάσης Κοντογεώργης, σε συνέντευξή του στο ACTION 24 το πρωί της Δευτέρας.
Παράλληλα, τόνισε πως «η αποκατάσταση και η στήριξη των πληγέντων στη Θεσσαλία είναι μείζων προτεραιότητα. Οι εθνικοί πόροι έχουν ήδη αρχίσει να διοχετεύονται».
Μιλώντας μέσω skype από τις Βρυξέλλες όπου βρίσκεται μαζί με τον αναπληρωτή υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Νίκο Παπαθανάση, προκειμένου να συζητήσουν την πρόοδο υλοποίησης του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και τις απαραίτητες προσαρμογές που πρέπει να γίνουν λόγω των πρόσφατων καταστροφικών πλημμυρικών φαινομένων στη Θεσσαλία, ο κ. Κοντογεώργης ανέδειξε την «σημαντική ανταπόκριση από την ΕΕ» στη στήριξη των τοπικών κοινωνιών προκειμένου να ανταποκριθούν σε φαινόμενα που συμβαίνουν όλο και συχνότερα.
«Σε συνέχεια της συζήτησης που είχε ο πρωθυπουργός με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, διασφαλίστηκε ένα γενναίο πακέτο, αλλά και μια μεγαλύτερη ευελιξία στη διαχείριση των πόρων για την ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας, προκειμένου η περιοχή να επανακάμψει μετά τις καταστροφές» είπε ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργό.«Έχει ήδη γίνει μεγάλη προεργασία από το οικονομικό επιτελείο και τους συναρμόδιους υπουργούς και ο σχεδιασμός θα έχει ολοκληρωθεί τις επόμενες εβδομάδες κυρίως σε ό,τι αφορά στο σκέλος των άμεσων χρηματοδοτήσεων. Υπάρχει σημαντική ανταπόκριση από την ΕΕ στο πλαίσιο μιας κοινής αντίληψης που επιβάλλει τόσο τη μείωση των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης, αλλά και τη στήριξη των τοπικών κοινωνιών προκειμένου να ανταποκριθούν σε φαινόμενα που είναι όλο και συχνότερα» συνέχισε και συμπλήρωσε:
«Οι προτεραιότητες, ειδικά για τη Θεσσαλία, έχουν ήδη τεθεί από τον Πρωθυπουργό. Σε αυτές περιλαμβάνεται ο νέος Οργανισμός Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας. Συνεχίζεται ακόμη η καταγραφή της έκτασης των ζημιών, ενώ παράλληλα γίνεται με συστηματικότητα ένας προσεκτικός σχεδιασμός των αναγκών για νέα έργα, και υπάρχει ήδη ένας πρώτος κατάλογος έργων. Η αποκατάσταση και η στήριξη των πληγέντων στη Θεσσαλία είναι μείζων προτεραιότητα. Οι εθνικοί πόροι έχουν ήδη αρχίσει να διοχετεύονται».
Αναφερόμενος στη συνέγεια στο «ξεπάγωμα» των τριετιών είπε: «Όπως στο δημόσιο θα έχουμε από 1.1.2024 αυξήσεις με την εφαρμογή του νέου μισθολογίου, ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε την αύξηση του μέσου μισθού στον ιδιωτικό τομέα. Έχοντας ήδη εφαρμόσει την αύξηση του κατώτατου μισθού, προχωράμε τώρα στην ενεργοποίηση των τριετιών για τη στήριξη των συμπολιτών μας. Η εφαρμογή του μέτρου περιλαμβάνει διαβαθμίσεις για το χτίσιμο της τριετίας και την αύξηση των απολαβών. Ενισχύουμε με τον τρόπο αυτό το εισόδημα των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, ενώ παράλληλα διαφυλάσσουμε την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, καθώς το μέτρο ανταποκρίνεται στις παρούσες αντοχές των ελληνικών επιχειρήσεων. Η τυχόν ενεργοποίηση αναδρομικότητας, εκτιμάται ότι θα υπερέβαινε τη δυνατότητα ανταπόκρισης των επιχειρήσεων με αποτέλεσμα διαφορετικό από τη στόχευση του μέτρου. Προχωράμε βαθμηδόν παρακολουθώντας την πορεία της ανεργίας, η οποία βαίνει σταθερά αποκλιμακούμενη, αλλά και το διαρκώς ευνοϊκότερο οικονομικό περιβάλλον, στο οποίο επενδύουμε».
Τέλος, αναφερόμενος στο πρόβλημα της ακρίβειας, εξήγησε πως «Η πολιτεία ασκεί τον ρυθμιστικό και εποπτικό ρόλο της στην αγορά προκειμένου να μειωθούν οι επιπτώσεις από τη διεθνή αύξηση τιμών. Είμαστε αυστηροί σε θέματα αισχροκέρδειας, παραπλανητικών εκπτώσεων ή αδικαιολόγητων αυξήσεων, όπου τα πρόστιμα είναι σημαντικά. Ωστόσο, παρότι ο πληθωρισμός βαίνει μειούμενος, οι διεθνείς τιμές παραμένουν σε υψηλά επίπεδα. Η αντιμετώπιση αυτού του δομικού πληθωρισμού, απαιτεί δομικές λύσεις, με ενίσχυση του εισοδήματος στο πλαίσιο της δημοσιονομικής ευστάθειας και ταυτόχρονη διατήρηση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία. Παρά τις δυσκολίες που ενέσκηψαν με μια σειρά εξωγενών κρίσεων προσπαθούμε να στηρίξουμε το εισόδημα των πολιτών στον βαθμό που αντέχει η ελληνική οικονομία. Η επίπτωση των καταστροφών στην Θεσσαλία μένει να εκτιμηθεί, αλλά ο κάμπος έχει κυρίως βαμβάκι και σιτηρά, ενώ τα οπωροκηπευτικά είναι σημαντικά λιγότερα. Αποτελούν περίπου 27.000 στρέμματα, εκ των οποίων με βάση τις εκτιμήσεις έχουν καταστραφεί 8.000 στρέμματα. Δημιουργούνται μεν προσωρινές στρεβλώσεις, αλλά δεν θεωρούμε ότι είναι ικανές να προκαλέσουν μεγάλες ανατιμήσεις. Γι’ αυτό, όπως επεσήμανε και ο πρωθυπουργός, θα είμαστε πολύ αυστηροί σε περιπτώσεις αισχροκέρδειας».